ΚΕΙΜΕΝΟ 1
Πριν τα Δεκεμβριανά
Λογοτεχνική μαρτυρία:
Πέτρος Χάρης, Ημέρες οργής (Δεκέμβρης 1944), Αθήνα, Εστία, 1992, σ.
19-20
|
|
Οι μέρες κυλάνε γρήγορα, οι βδομάδες φτάνουν στο τέλος του χρόνου, μα τα νερά του μεγάλου ποταμού δεν κατεβαίνουν. Η Αθήνα ζει πάντα σ' έναν αναβρασμό που κανείς δεν έχει τη δύναμη να τον καταλαγιάσει. Σιγά-σιγά η αναταραχή πάιρνει μορφή και γίνεται μάχη, που είτε ιδεολογική την πεις είτε σκληρή πολιτική δεν κάνεις λάθος. Όλοι πια μιλούν καθαρά, γιατί και όλοι βλέπουν καθαρά. Βλέπουν όμως καθαρά νάρχεται και η πιο δύσκολη ώρα, η ώρα του αμείλικτου απολογισμού, που καμιά χώρα δεν μπορεί να τον αποφύγει όταν έχει ζήσει κάτω από ζυγό κι έχει γράψει στο μεγάλο βιβλίο της σκλαβιάς ποιοι πόνεσαν πολύ αλλά δεν είχαν τη δύναμη να αγωνιστούν, ποιοι σήκωσαν κεφάλι στον κατακτητή, πήραν τουφέκι κι ανέβηκαν στα βουνά, μα και ποιοι πρόδωσαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και δεν έχουν πια μοίρα κάτω από τον ήλιο της χώρας που βασανίστηκε. Το μεγάλο αυτό βιβλίο της σκλαβιάς, που έμεινε κλειστό σχεδόν τέσσερα χρόνια, άνοιξε τώρα. Κι όποιος ξέρει να διαβάζει, βλέπει το νέο αίμα που θα χυθεί, το νέο αγώνα που θ' αρχίσει και μπορεί να είναι η πιο μαύρη, η πιο ματωμένη σελίδα στην ιστορία του τόπου
Λογοτεχνική μαρτυρία:
Πέτρος Χάρης, Ημέρες οργής (Δεκέμβρης 1944), Αθήνα, Εστία, 1992, σ.
402-405
"Ανεβαίνω το μεγάλο δρόμο που αρχίζει στην Ομόνοια, βλέπω, βλέπω και δεν αντέχω, τα μάτια μου γεμίζουν δάκρυα. [...] Όλο ανεβαίνω κι ενώ θέλω γρήγορα να φτάσω, κάθε τόσο στέκω. Μου φωνάζουν τα σπίτια που έχουν τις πιο πολλές ζημιές και με καλούν να τα θρηνήσω, να κλάψουμε μαζί τη συμφορά τους. [...] Είναι πολύς ακόμα ο δρόμος. Και καθώς δε φαίνεται ούτε τραμ ούτε αυτοκίνητο, θα τον κάνω όλο με τα πόδια. Έτσι θα δω ένα μεγάλο κομμάτι από το καταπληγωμένο κορμί της Αθήνας, σε γειτονιές και σε κεντρικούς δρόμους, και θα καταλάβω πόσο άγριος πόλεμος έγινε στις τριαντατρείς μέρες που ήμαστε κλεισμένοι και απομονωμένοι και δεχόμαστε μόνο τον απόηχο της μάχης. [...] Στέκω κάθε τόσο, κοιτάζω και ξανακοιτάζω σαν να θέλω να κάνω καταγραφή της συμφοράς, κι εδώ κι εκεί δεν καταλαβαίνω πού βρίσκομαι. Έχουν πέσει, έχουν ανατιναχτεί δυο και τρία σπίτια στη σειρά, άλλαξε ο δρόμος, δεν είναι ο δρόμος που ήξερα. [...] Η Αθήνα μοιάζει με πρόσωπο τόσο παραμορφωμένο από τις πληγές που δυσκολεύεσαι να το αναγνωρίσεις. [..] Από δρόμο σε δρόμο συνηθίζω τη συμφορά και δεν ψάχνω πια για υπεύθυνους και για ενόχους. [...] Κατεβαίνω, όλο κατεβαίνω στους δρόμους, εκεί όπου το μίσος έγινε ο πιο μεγάλος όλεθρος. Λείπουν ολόκληρα σπίτια κι ο δρόμος φαίνεται ανοιχτό, ξεδοντιασμένο στόμα, εδώ χύθηκε το πολύ αίμα. Και λίγο παρέκει, στη μικρή πλατεία, που είναι κοντά στο σπίτι μας, οι πρώτοι σταυροί. Ανάμεσα στα περιβολάκια της πλατείας, στη λίγη τους πρασινάδα και στο πολυσκαμμένο χώμα τους, τρεις σταυροί και τρία ονόματα. [...] Ήταν πριν από λίγες μέρες τρία ψηλά-ψηλά κυπαρισάκια, και τώρα είναι τρεις φτωχικοί ξύλινοι σταυροί λίγους πόντους απάνω από τη γη, σ' ένα από τα πρόχειρα νεκροταφεία, σ' ένα από τα νεκροταφεία του πολέμου και της ανάγκης."
ΚΕΙΜΕΝΟ 2
Ο
Γεώργιος Βλάχος, κύριος αρθρογράφος της Καθημερινής, στο φύλλο της 25ης
Ιανουαρίου 1950 γράφει για τον Πλαστήρα:
Τελευταίως
επιχειρείται μία επίμονος κατασυκοφάντησις του κ. Πλαστήρα. Δημοσιεύονται
έγγραφα, αναγγέλλονται ψευδείς συμφωνίαι, κατηγορείται ο πατριώτης αυτός ως
κομμουνιστής και αριστερός και ούτε λίγο ούτε πολύ ως επιτελικό όργανο του
Κρεμλίνου. Όλα αυτά είναι κατά πάσα πιθανότητα λόγια. Λέγουν ότι ο Πλαστήρας
είναι τίμιος, ενάρετος και γενναίος. Ας είναι. Είναι όμως πανθομολογουμένως και
μωρός … Ο Πλαστήρας είναι ένας στρατιώτης που του σήκωσαν τα μυαλά μερικοί
άνθρωποι το 1922 (…) ο άνθρωπος που επωμίστηκε το δράμα της εκτέλεσης των
"6" (…) που προσπάθησε να καταργήσει τον νόμιμο πρωθυπουργό το 1933. (…)
Γι' αυτό και πρέπει διά νόμου να απαγορευθεί στον Πλαστήρα να είναι υποψήφιος
του Λαού.
ΚΕΙΜΕΝΟ 3
Στις 6
Μαρτίου 1950 ο Πλαστήρας σε απευθείας επικοινωνία του με τον ελληνικό λαό
διακηρύσσει (Πηγή: Π. Παρασκευόπουλου, "Φιλελεύθερα ανοίγματα στην Ελλάδα
μετά τον εμφύλιο", σ. 105-106):
Η
κυβέρνηση του Κέντρου της οποίας προϊσταμαι θα εκπληρώσει όλας της τας
υποσχέσεις με σταθερότητα αλλά και με γοργόν ρυθμόν. Και μεταξύ αυτών πρώτην
θέσιν κατέχει εις την εκτίμησιν και εμού και των συνεργατών μου η ειρήνευσις
των Ελλήνων. … Οι πολίται όλων των αποχρώσεων καλούνται να εμπιστευθούν εις το
Κράτος την ασφάλειάν των και την αποκατάστασιν του δικαίου όπου χρειάζεται. Εν
τη εφαρμογή της πολιτικής Λήθης η κυβέρνησις απεφάσισεν ήδη να καταργήση την
Μακρόνησον ως στρατόπεδον πολιτικών κρατουμένων … Καλώ ολόκληρον τον ελληνικόν
λαόν εις συναγερμόν ημερώσεως, εργασίας και χαράς.