Στις αντιρρήσεις του βουλευτή Καλαβρύτων Αθανασίου Πετιμεζά για το ζήτημα της κατασκευής του σιδηροδρομικού δικτύου από ιδιωτικές εταιρείες ή το κράτος, καθώς και για τα τεχνικά χαρακτηριστικά της κατασκευής των τροχιών που συνδέονταν άμεσα με το κόστος τους, ο πρωθυπουργός Τρικούπης απάντησε (Πηγή: Εφημερίς συζητήσεων της Βουλής, περ. θ, συν. α, εκ του Εθνικού Τυπογραφείου, 1882, σ.855):

 

Οι στενοί σιδηρόδρομοι έχουσι ταχύτητα μικροτέρα των ευρέων, δεν είναι όμως η σκέψις μόνη περί της ταχύτητος, η οποία πρέπει να επηρεάση τας αποφάσεις της Βουλής ως προς το ευρύ και στενόν της τροχιάς. Πλην της ταχύτητος εξεταστέον το ολιγοδάπανον, εξεταστέον προσέτι το ομοιόμορφον των συνδεομένων προς αλλήλας γραμμών. (…) Δεν είναι δε μόνον το ορεινόν της χώρας, όπερ επιβάλλει εις την Ελλάδα το στενόν της τροχιάς, υπάρχει και άλλος λόγος. Είναι το συμφέρον των εταιρειών, οι οποίαι θα αναλάβωσι την κατασκευήν των σιδηροδρόμων τούτων, διά το αραιόν των κατοίκων, διά την μικράν γεωργικήν, εμπορικήν και βιομηχανικήν ανάπτυξην της χώρας … Η ιδέα, ήτις ήρχισεν αναπτυσσομένη και εν Αγγλία και αλλαχού της Ευρώπης, είναι ότι οι σιδηρόδρομοι πρέπει να ώσι κτήματα του Κράτους, και τούτο και για λόγους οικονομικούς και για λόγους πολιτικούς (…) Ενώ θιασώται της αρχής ταύτης συνέγραψαν συγγράμματα γνωστότατα, τους βλέπομεν εφαρμόζοντας την αντίθετον αρχήν, διότι τα ζητήματα ταύτα δεν είναι ζητήματα θεωρίας, είναι ζητήματα πρακτικά, ζητήματα συμφέροντος. Πρέπει να εξετάζωνται κατά τας παρουσιαζομένας περιστάσεις. Επί ηθικών, επί συνταγματικών και κοινοβουλευτικών ζητημάτων οφείλομεν να ακολουθώμεν απαρεγκλίτως τας θεωρίας, επί ζητημάτων όμως βιομηχανικών, επί ζητημάτων υλικού συμφέροντος, οφείλομεν τας θεωρίας να τας έχωμεν ως γενικόν οδηγόν, αλλ΄ οφείλομεν να εξετάζωμεν αυτά τα πράγματα …