Ο τορπιλισμός της "Έλλης"

 

ΚΕΙΜΕΝΟ 1

 

(Άγγελος Τερζάκης, Ελληνική Εποποιία 1940-1941, στο: Χατζηπατέρα-Φαφαλιού, Μαρτυρίες 1940-1941, Αθήνα, Κέδρος, 1982, σ. 20)

 

Ανατέλλει η 15η Αυγούστου του 1940. Πλήθη προσκυνητές κατακλύζουν τη λευκή Τήνο, στο βαθυγάλανο ελληνικό Αιγαίο. Στον όρμο του νησιού, για να απονείμει τις καθιερωμένες τιμές, έχει φτάσει από τα ξημερώματα η "ΈΛΛΗ", το παλαιό, ιστορικό εύδρομο του ελληνικού στόλου. Σημαιοστολισμένη, κάνει να κυματίζουν τα χρώματα του έθνους πλάι στον θρησκευτικό πανηγυρισμό. Δεν έχει όμως προχωρήσει το πρωί, είναι ακόμα οκτώμιση η ώρα, όταν κρότος τρομαχτικός συγκλονίζει το πλοίο και το νησί. Μαύροι καπνοί σηκώνονται αμέσως, τριγυρίζουν την "ΈΛΛΗ", που χτυπημένη κατάσαρκα στα ύφαλά της, από εχθρό κρυμμένο, γέρνει. Ποιος έκαμε το έγκλημα; Ποιος πέταξε από μακριά το στιλέτο; Καμιά ελληνική ψυχή δεν αμφιβάλλει; Η γενναία πράξη έχει αποτυπωμένη την ταυτότητά της στον τρόπο της. Η έρευνα άλλωστε που θα γίνει στο βυθό του όρμου αμέσως την επόμενη ημέρα, θα φέρει στο φως το τσακισμένο επισκεπτήριο του δολοφόνου: Κομμάτια από τις τορπίλλες, με πάνω αριθμό μητρώου και στοιχεία ιταλικά.


Κι όμως: αν και αμφιβολία δεν χωράει, η ελληνική κυβέρνηση αποφασίζει να μην φανερώσει την αλήθεια, για ν' αποφύγει κάθε προστριβή. Σε ανακοινωθέν της δηλώνει πως δεν κατόρθωσε να εξακριβώσει την εθνικότητα του υποβρυχίου που χτύπησε την "ΈΛΛΗ".

 

ΚΕΙΜΕΝΟ 2

 

Πρωτοσέλιδο κύριο άρθρο της εφημερίδας Ασύρματος της 16ης Αυγούστου 1940

Το έγκλημα κατά του Ελληνικού Ναυτικού

 

Το έγκλημα της Τήνου προκαλεί την αγανάκτησιν και την κατάπληξιν εις πάσαν ανθρωπίνην, χριστιανικήν, τιμίαν συνείδησιν. Διότι διεπράχθη μέσα εις μίαν ατμόσφαιραν βαθείας κατανύξεως, κατά την ώραν θρησκευτικής πανηγύρεως, εις την οποίαν είχον προσέλθει προσκυνηταί, χριστιανοί εκ πάσης ελληνικής γωνίας και από τόπους ξένους, διά να γονυπετήσουν ευλαβώς, ενώπιον μιάς θείας εικόνος, ασθενείς διά να ζητήσουν από την θαυματουργόν δύναμίν της την θεραπείαν των, άλλοι πολλοί, χιλιάδες, διά να παρηγορηθούν, όλοι οδηγηθέντες εκεί από την πίστιν των και την ευλάβειάν των. Και ενώ αι μυριάδες των πιστών ανέμενον την περιφοράν της αγίας εικόνος και ενώ σημαιοστόλιστον προ του λιμένος, το εύδρομον «Έλλη», ανέμενε να αποδώση τας τιμάς, άγνωστος και δειλός τορπιλλητής, μη εμφανισθείς καν, αλλ' εξαφανισθείς εις τα βάθη της θαλάσσης, εξεσφενδόνισε τρεις τορπίλλας. Η μία έπληξε το ιστορικόν εύδρομον, την «Έλλην». Αι άλλαι δύο έφθασαν μέχρι του λιμενοβραχίονος, διά να πλήξουν αθώους προσκυνητάς...

Πώς να χαρακτηρίση κανείς την ανόσιον αυτήν πράξιν, το ακατονόμαστον αυτό έγκλημα, το οποίον στρέφεται εναντίον του πολιτισμού και του ανθρωπισμού; Τι εζήτει, τι ήθελεν από το πανηγυρίζον πλήθος ο άγνωστος δολοφόνος; Τι εζήτει από το σημαιοστόλιστοςν πολεμικόν σκάφος και το ανύποπτον πλήρωμά του ο γενναιότατος άγνωστος; Κανείς δεν θα μάθη το μυστικόν του. Εφρόντισε να το σύρη εις τα βάθη της θαλάσσης...

Η πράξις αυτή μολύνει τον ανθρωπισμόν. Διότι υπήρξεν ασυνήθης εις βαρύτητα και πρωτάκουστος εις δειλίαν. Είναι, επί πλέον, μία πράξις καταπληκτικής ασεβείας, ενώπιον της οποίας εξανίσταται η συνείδησις παντός θρησκευομένου ανθρώπου.

Τι έπταισεν εις τον άγνωστον τορπιλλητήν το ελληνικό σκάφος; Ή μήπως δεν εγνώρισε, δεν γνωρίζει με πόσας θυσίας, με πόσους μόχθους η μικρά Ελλάς προσπαθεί να ανασυγκροτήση τας εθνικάς της δυνάμεις; Με τον ιδρώτα του Ελληνικού Λαού έχη συγκροτηθή ο στόλος μας, ο οποίος δεν έπαυσε να συνεχίζη τας μεγάλας, τας ενδόξους παραδόσεις του Ελληνικού Ναυτικού. Η «Έλλη» εγνώρισεν αγώνας λαμπρούς! Τώρα ευρίσκεται εις τα βάθη της θαλάσσης, εις τον πυθμένα ενός ελληνικού λιμένος, θύμα μιας ανάνδρου και εγκληματικής επιθέσεως.

Το Ελληνικόν Ναυτικόν πενθεί. Η ψυχή του Ελληνικού Λαού εβυθίσθη εις την οδύνην. Είναι μεγάλη η απώλεια, διότι δεν είναι δυνατόν η πτωχή Ελλάς, η οποία από το υστέρημά της απέκτησε ολίγα σκάφη, ν' αναπληρώση κενά τα οποία δημιουργούνται από πράξεις τόσον θλιβεράς, τόσον ταπεινωτικάς διά τον στοιχειώδη ανθρωπισμόν.

Ο άγνωστος τορπιλλητής εφρόντισε να μάθη τον στόχον του. Αλλά δεν γνωρίζει αρκετά καλά τον Ελληνικόν Λαόν. Δεν γνωρίζει τους δεσμούς του Λαού αυτού με το Βασιλικόν Ναυτικόν. Είναι δεσμοί ακατάλυτοι, δεσμοί κοινής δόξης, κοινών θριάμβων, πολυϋμνήτων. Ο Ελληνικός Λαός καυχάται διά τους ναυτικούς του, οι οποίοι μέσα εις τους αιώνας ελάμπρυναν την ιστορίαν του με σελίδας αιωνίας δόξης. Δεν γνωρίζει, δεν εφρόντισε να μάθη ο άγνωστος τορπιλλητής, ότι αι Ελληνικαί Θάλασσαι εγνώρισαν μόνον ενδόξους ναυμάχους, μόνον γενναίους, ηρωικούς, τιμίους αγώνας. Δεν είδον αι ελληνικαί θάλασσαι πράξεις τόσον υπούλους...

Ενώπιον της ανοσίου αυτής πράξεως, ο Ελληνικός Λαός παραμένει αδιαίρετος και ηνωμένος. Η ψυχή του δεν κλονίζεται από το πένθος και την οδύνην. Είναι ισχυρά και η θέλησίς του είναι ακατάβλητος. Το αίμα των αθώων θυμάτων εξεγείρει την συνείδησίν του. Δεν κάμπτεται όμως από την συμφοράν αυτήν. Θλίβεται διά την απώλειαν, λυπείται διά τα θύματα, αλλ' αισθάνεται ως υπερτάτην υποχρέωσιν έναντι του περιορισμού του και της ιστορίας του να συσπειρωθή ακόμη περισσότερον περί τον Βασιλέα του και τον Εθνικόν Κυβερνήτην, οδηγούς του πολυπείρους και συνετούς. Περί αυτούς, ολόκληρος ο λαός παραμένει σταθερός εις τας εργασίας του, ατενίζων με πεποίθησιν και πίστιν προς το μέλλον. Έχει γνωρίσει, έχει υποστή ατυχήματα πολλά. Η ιστορία του είναι πλήρης θυσιών. Η νέα αυτή απώλεια, ενός πολιτίμου πολεμικού σκάφους, τον πληγώνει, αλλά δεν τον αποθαρρύνει. Κινεί την αγανάκτησιν και την περιφρόνησίν του. Διότι το έγκλημα διεπράχθη χθες εις χώρον ιερόν, κατά την ώραν μεγάλης εορτής, εναντίον ανθρώπων ανυπόπτων. Είναι μία πράξις μιαρά, την οποίαν η ιστορία δεν θα λησμονήση, είνβαι έγκλημα το οποίον καταδικάζει ο στοιχειώδης ανθρωπισμός. Αι αραί ενός πενθούντος λαού παρακολουθούν τον άγνωστον τορπιλλητήν...