ΚΕΙΜΕΝΟ 1

 

Η συγκρότηση της Επαναστατικής Επιτροπής της Εθνικής Άμυνας αποφασίστηκε σε συσκέψεις των ηγετικών στελεχών των φιλελευθέρων το Δεκέμβριο του 1915. Οι Π. Αργυρόπουλος, Α. Ζάννας, Δ. Δίγκας, Κ. Αγγελάκης, Ν. Δούμας και Ν. Μάνος υπέγραψαν ένα κείμενο που κατέληγε ως εξής (Πηγή: άρθρο του  Γιωργου Αναστασιαδη, καθηγητή της Πολιτικής Ιστορίας στο τμήμα Νομικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης «Από την Εθνική Άμυνα στην κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης», Περιοδικό Ιστορικά της εφημερίδας Ελευθεροτυπια, 12/10/2000, σ. 10):

 

«Έχοντες υπ΄όψιν ότι η επίσημος Ελλάς κατόπιν της εκ Θεσσαλονίκης αποχωρήσεως ολοκλήρου σχεδόν του Ελληνικού Στρατού εγκατέλειψε τον ελληνισμόν άνευ προστασίας (...) ότι ένεκα του διεθνούς χαρακτήρος της Θεσσαλονίκης κινδυνεύει η υπόστασις του ελληνικού στοιχείου, κατόπιν της λυπηράς στάσεως του Ελληνικού Κράτους (...) απεφασίσαμεν την συγκρότησιν επιτροπής της οποίας η δράση θα είναι μυστική και φανερά ...».

 

 

ΚΕΙΜΕΝΟ 2

 

Η εφημερίδα το «Φως» περιγράφει την ημέρα που εκδηλώθηκε το κίνημα της  Εθνικής Άμυνας (Πηγή: Εφημερίδα «Το Φως» 18/6/1916):

 

«Η Θεσσαλονίκη χθες δεν ήτο η συνήθης πόλις των εμπορικών ποικίλων ασχολιών (...) Οι κάτοικοι βεβαίως δεν ήταν πάντες μυημένοι αλλά τα αισθήματα όλων των Θεσσαλονικέων δεν επεζήτουν παρά την εκδήλωσιν αυτήν (...) Αι δύο προκηρύξεις της Επιτροπής Αμύνης εύρον προπαρασκευασμένην την λαϊκήν συνείδησιν (...) Ούτω χιλιάδες λαού συγκεντρώθηκαν εις την πλατείαν του Διοικητηρίου, την γεμάτην από ένοπλους χωροφύλακας και πολίτας και όλο το σώμα, με επικεφαλής τους συμμετέχοντας οι οποίοι έφερον εις τον βραχίονα ταινία γαλανόλευκον και την σημαίαν του κινήματος (: τη «Μακεδονική σημαία» η οποία διέφερε από την ελληνικήν «μόνον κατά την προσθήκην μικράς ερυθράς λωρίδος») ξεκίνησε και μετά από πορεία διά της οδού Βενιζέλου έφθασε στο Γαλλικό Στρατηγείο στις τελωνειακές εγκαταταστάσεις του λιμανιού».

 

ΚΕΙΜΕΝΟ 3

 

Στις 7 Δεκεμβρίου 1916, η Τριανδρία επισημοποιούσε τις θέσεις της  στο πολιτειακό ζήτημα μέσα από την ακόλουθη διακήρυξη (Πηγή: άρθρο του  Παυλου Πετρακη, καθηγητή της Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης «Ο Βενιζέλος, η Τριανδρία και το Πολιτειακό ζήτημα», Περιοδικό Ιστορικά της εφημερίδας Ελευθεροτυπια, 12/10/2000, σ. 36-37):

 

«...Τα τραγικά γεγονότα των Αθηνών ... εδημιούργησαν μεταξύ του αιμοσταγούς βασιλέως και του Έθνους χάσμα του λοιπού αγεφύρωτον. Όπως επιβάλη την τυραννίδα του δεν εδίστασε να θυσιάση τα υπέρτατα συμφέροντα του Ελληνισμού εις τους εθνικούς ανταπαιτητάς μας με την πρόθεσιν να βοηθήση την γερμανικήν νίκην, εφ΄ ης και μόνης ηδύνατο να εδραιώση την ελέω Θεού βασιλείαν του. (...)

Επωφελούμενος δε της ευκαιρίας εξαπέλυσε τον βασιλικόν του στρατόν εις σφαγήν εκείνων, οίτινες διετήρησαν άκαμπτον μέχρι τέλους το εθνικόν φρόνημα. Από της στιγμής αυτής ο βασιλεύς Κωνσταντίνος είναι έκπτωτος του θρόνου του. Δεν αμφιβάλλομεν ότι ο λαός, πανδήμως συνερχόμενος, θα επιδοκιμάση την έκπτωσιν ταύτην ήτις αφορά προσωπικώς τον τύραννον βασιλέα και όχι την δυναστείαν».

 

ΚΕΙΜΕΝΟ 4

 

Οι θέσεις του Ελ. Βενιζέλου για το πολιτειακό ζήτημα αποτυπώνονται σε σχετικό διάβημά του την άνοιξη του 1917 προς τον έμπιστο πληρεξούσιο της Προσωρινής Κυβέρνησης Άθω Ρωμάνο, στο Παρίσι (Πηγή: άρθρο του  Παυλου Πετρακη, καθηγητή της Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης «Ο Βενιζέλος, η Τριανδρία και το Πολιτειακό ζήτημα», Περιοδικό Ιστορικά της εφημερίδας Ελευθεροτυπια, 12/10/2000, σ. 38-39):

 

«... Ως εκ των δηλώσεων ας εκάμαμεν, εν αρχή του κινήματος, ότι τούτο δεν έχει χαρακτήρα αντιδυναστικόν δεν δυνάμεθα σήμερον να δηλώσωμεν επισήμως εις τα φίλας κυβερνήσεις ότι αποκρούομεν πάσαν λύσιν εντός της σημερινής δυναστείας. (...)

Βέβαιον, εν τούτοις, είναι ότι πάσα ρύθμισις των καθ’ ημάς πραγμάτων ήτις δεν θα απεμάκρυνε οριστικώς την σημερινήν δυναστείαν, θα ήτο λύσις νόθος, ήτις δυσκόλως θα επέτρεπεν εις το Έθνος να επιτύχη την ψυχολογικήν εκείνην κάθαρσιν άνευ της οποίας δύσκολον θα είναι ορμήση η Ελλάς, μετά την παρούσαν δοκιμασίαν, εις νέον πολιτικόν βίον ικανόν να επιτύχη την ανάπλασίν της, Δυστυχώς εν Αγγλία φαίνονται δυσφόρως έχοντες προς την ιδέαν ριζικής μεταβολής εν Ελλάδι. Εάν δε σήμερον ο βασιλεύς απεφάσιζε να παραιτηθή του θρόνου εγκαταλείπων διαρκώς την Ελλάδα και αφήνων τον υιόν του να εφαρμόση την εθνικήν πολιτικήν, φοβούμαι ότι τοιαύτη λύσις θα εθεωρείτο παραδεκτή εν Αγγλία και δυσκόλως θα ηδυνάμεθα να την αποκρούσωμεν ημείς. Ελπίζω μόνον ότι ο βασιλεύς δεν θα κάμη εγκαίρως τοιούτο διάβημα και όταν τυχόν αποφασίση να το κάμη θα είναι πλέον αργά και θα έχη ήδη ωριμάσει η ιδέα της καταλύσεως όλης της δυναστείας. (...)

Καίτοι δε η εν Ρωσία επανάστασις με κάμνει να αποκρούω ολιγώτερον παρά πριν την ιδέαν της δημοκρατίας και φρονώ μάλιστα ότι αν η Ρωσσία αποδεχθή το δημοκρατικόν πολίτευμα ουδένα θα παρουσιάζη δι’ ημάς κίνδυνον η αποδοχή της δημοκρατικής μορφής του πολιτεύματος, εξακολουθώ ουχ ήττον φρονών ότι αρίστη δια τα συμφέροντά μας λύσις θα ήτο η διατήρησις του σημερινού πολιτεύματος με βασιλέα λαμβανόμενον εκ του βασιλικού οίκου της Αγγλίας. Αλλ’ εάν τούτο δεν είναι δυνατόν, τότε δεν νομίζω ότι υπολείπεται άλλη λύσις παρά την Δημοκρατίαν διά την οποίαν θεωρώ ώριμον τον Ελληνικόν λαόν και την οποίαν εκ διεθνών μόνον λόγων απέστεργα εφ’ όσον πάσαι αι μεγάλαι Δυνάμεις, πλην μιας, είχον μοναρχικήν μορφήν πολιτεύματος».